Δευτέρα, Μαΐου 22, 2006

(Μεσαίωνας) Γεύση φράουλα....

{Σημείωση: Αυτό, μαζί με το "Γιατί βουρκώνω τα βράδια....." ήταν τα 2 μοναδικά post που αναδημοσίευσε ο NiVa από το παλιό, nivaland.blogspot.com/ στο mesaionas.blogspot.com/. Cached page από το δεύτερο δεν υπάρχει, και τα εκεί σχόλια έχουν χαθεί (μόνο το link μου έχει μείνει), αλλά τουλάχιστον το βρήκα από το nivaland.blogspot.com/. -- Tero}

Ζω για το καλοκαίρι, αυτό είναι αναμφίβολο..Ίσως γι'αυτό και οι πιο όμορφες αναμνήσεις μου συνδυάζονται μ'αυτή την εποχή.
Συνάντησα τις προάλλες έναν παιδικό μου φίλο που είχα να τον δω χρόνια πολλά.Λίγο η ρουτίνα, λίγο το καθημερινό κυνήγι το ευ ζειν και όχι απλά του ζειν,λίγο οι αποστάσεις , είχαμε να μιλήσουμε για πάνω από 10 χρόνια. Φίλος από τα παλιά , γειτονάκι στο πατρικό μου σπίτι, ένα από τα βασικά μέλη της *παλιοπαρέας*.
Σαν χείμαρος έρρεαν οι αναμνήσεις από τα παλιά στο μυαλό μου. Πιο πολλά σκεφτόμουν παρά έλεγα.Και πέρα από τις ερωτήσεις που αφορούν το παρόν και όλα αυτα τα *χαμένα χρόνια* , η συζήτηση γύρισε στο *τότε*. Τότε στα 17-18 , τότε που τα χρώματα μου φαινόταν πιο ζωντανά, οι μυρωδιές πιο έντονες , οι γεύσεις πιο γλυκόπικρες. Τότε που περνούσαμε τα καλοκαίρια στο εξοχικό του στην Ασπροβάλτα, τότε που ο κόσμος μας φαινόταν πιο απλός , πιο όμορφος.Τις βόλτες μας στην παραλία, τα φραπόγαλα και τα Camel άφιλτρα, την μουσική στην disco, το καμάκι μας στις τουρίστριες (με εντυπωσιακά αποτελέσματα-τότε ήμουν παίδαρος όχι γκριζομάλλης 35άρης), θυμάμαι ακόμη και τις τηγανιτές μπριζόλες που συχνά μας έφτιαχνε η μάνα του και τις φέτες με βούτυρο και μερέντα για απογευματινό (κι ας ήμασταν ολόκληροι μαντράχαλοι). Θυμάμαι τα υπόλοιπα μέλη της παλιοπαρέας που συχνά πυκνά ερχόταν κι αυτοί εκεί και βγαίναμε τις νύχτες κρυφά από το σπίτι και την βγάζαμε στην ακρογιαλιά παρέα με μια φρατζόλα ψωμί (ζεστό από τον φούρνο που μόλις τα έβγαζε)γιατί λοιμοκτονούσαμε, και ένα μπουκάλι κρασί, ή πολλες φορές σαμπάνια. Ναι μας είχε *κολλήσει* η σαμπάνια μιας και είχαμε κερδίσει μια σε ένα από εκείνα τα παρακμιακά λουνα-παρκ που την πέφτουν για ολόκληρη σεζόν σε τουριστικά μέρη.
Και μέσα σ'όλ'αυτά την θυμήθηκα. Την Nada.Μια κοπελίτσα ένα χρόνο μεγαλύτερη από εμένα, Σερβίδα στην εθνικότητα, ψηλή ξανθιά, με τονισμένα τα μήλα του προσώπου και γκριζογάλανα μάτια. Μια κουκλίτσα με όλη την σημασία της λέξης.Κι ένας από τους μεγαλύτερους παιδικούς μου έρωτες..
Την είχαμε γνωρίσει αυτή και την 2 χρόνια μικρότερη αδελφή της εκεί που ερχοταν κάθε χρόνο για διακοπές. Τότε οι Σέρβοι ερχόταν κατά μυριάδες στην Ασπροβάλτα, στον Σταυρό , στα Βρασνά, στα Κερδύλλια, αλλά και στην άλλη πλευρά της Θεσσαλονίκης, στα παράλια της Πιερίας. Το κλασσικό καμάκι απέφερε αποτελέσματα, και νάσου οι τσούπρες να κάθονται μαζί μας σε παραλιακό καφέ και να μιλούν τα σερβικά τους ενώ εμείς με τον φίλο μου κάναμε πλάκα στα ελληνικά. Βολικότατα, ο φίλος μου ενδιαφερόταν για την μικρή, ένα σενάριο ελληνικής κωμωδίας που είχε πάρει σάρκα και οστά.
Ο έρωτας ήταν κεραυνοβόλος και από τις δύο πλευρές. Τις συναντούσαμε κάθε μέρα στην παραλία, μπάνιο μαζί, και τα βράδια καφεδάκι και ξεμονάχιασμα στην παραλία. Όχι τόσο ξεμονάχιασμα όσο θα θέλαμε, οι Σερβιδούλες ήταν αρκετά επιφυλακτικές και συνεσταλμένες θα έλεγα, και δεν απομακρυνόταν η μία από την άλλη. Θυμάμαι που την πέφταμε σε κάτι αναποδογυρισμένες βάρκες όχι μακριά από τα φώτα του παραλιακού μπαρ, που η μουσική του έμελε να σημαδέψει για πάντα τις όμορφες αυτές αναμνήσεις. The sun always shine on TV και άλλα τραγούδια της εποχής εκείνης (1986-87) , ενώ μετρούσαμε τ'αστέρια με την Nada.Αγκαλιά καθισμένοι στην *κοιλιά* της βάρκας ή κάτω στην άμμο, να μιλάμε και οι δύο αγγλικά , αλλά προσπαθώντας και οι δύο να εκφράσουμε αυτό το κατιτί, το ρομαντικό που μόνο στην μητρική μας γλώσσα το ξέραμε καλά. Διαφορετικές κουλτούρες και backround, αλλά να σου εκεί, δύο παιδιά (γιατί παιδιά ήμασταν) , σφιχταγκαλιασμένα , αμίλητα πολλές φορές, απολαμβάνοντας την αιωνιότητα της στιγμής. Να ατενίζουμε τον νυχτερινό ουρανό, να ακούμε το σκάσιμο ανεπαίσθητων κυμάτων στην ακρογιαλιά, να βλέπουμε από μακριά τα φώτα του χωριού Σταυρός. Ώρες ατέλειωτες έτσι και πέραν της αγκαλιάς , φιλιά, διστακτικά στην αρχή αλλά πιο θερμά στην πορεία. Κάθε βράδυ ήταν σαν να ξαναρχίζουμε απ'την αρχή, το πρώτο διστακτικό βήμα να ακολουθείται από τα άλλα , πιο χαλαρά πλέον. Θυμάμαι τα χείλη της που κάθε βράδυ άνοιγαν φοβισμένα , την γεύση της Big Babol τσίχλας που μασούσε πριν, γεύση φράουλα. Ω πόσο όμορφα ένοιωθα τότε. Κι ας μην προχωρούσα πέραν τούτου. Αν και είχα αρκετές επιτυχίες στο γυναικείο φύλο, αυτην εδώ την κουκλίτσα δεν ήθελα να την πιέσω. Την ένοιωθα σαν κάτι το πολύ ωραίο για να απομυθοποιήσω, ένα τριαντάφυλλο που μόνο έσκυβα και μύριζα μα ποτέ δεν τολμούσα να κόψω.Κι εγώ ως 17χρονος που η παραμικρή επαφή με το άλλο φύλο με έκανε να νοιωθω τέτοιες εξάψεις, τις ανδρικές μου ορμόνες να με κατακλύζουν, όμως με την Nada παράξενο, ένοιωθα γαλήνη. Εκείνη η γαλήνη και το δέος που σε πιάνει όταν αντικρύζεις κάτι το εξαίσιο για τα μάτια σου. Το ντροπαλό άγγιγμα και τα φιλιά της μου φτάναν. Η μυρωδιά των μαλλιών της με μεθούσε. Η φωνή της και τα σπασμένα της αγγλικά με μαγεύαν.
Έλα ντε που οι μέρες όμως περνούσαν και οι 3 εβδομάδες των διακοπών της τελειώναν. Ο νόμος της σχετικότητας......εκείνες η στιγμές στην ακρογιαλιά κάθε βράδυ έμοιαζαν ατέλειωτες , οι μέρες όμως περνούσαν αστραπιαία. Και για δύο καλοκαίρια χωρίζαμε με υποσχέσεις και όρκους για το επόμενο. Τον ενδιάμεσο χειμώνα τα γράμματά μου γέμιζαν σάκο ολόκληρο, τα δικά της το ίδιο. Πάντα αρωματισμένα από εκείνο το τόσο ντελικάτο καλοκαιρινό της άρωμα. Και όταν δεν αντέχαμε άλλο σηκώναμε και το ακουστικό για να ακουσουμε ο ένας τον άλλο. Όχι τακτικά , τότε οι κλήσεις ήταν πανάκριβες κι εμείς απλά, παιδιά.Και πάντα κρατούσα κάπου κρυφά στο συρτάρι μου, το χαρτάκι όπου μου είχε γράψει την διέυθυνσή της (ασχέτως αν μου είχε στείλει ήδη γράμματα). Και μια τσίχλα. Μια τσίχλα Big Babol στο περιτύλιγμά της που μου την είχε προσφέρει αλλά την κράτησα. Γεύση φράουλα.Και όποτε μιλούσαμε στο τηλέφωνο..ή διάβαζα τα γράμματά της..ή ακόμη κι αν έπαιζε στο ράδιο τα αγαπημένα μας τραγούδια..την έπαιρνα στα χέρια μου και την μύριζα....και έτσι η Nada ήταν πάντα δίπλα μου..εκεί στην αγκαλιά μου.
Στο τέλος του δεύτερου καλοκαιριού την είδα για τελευταία φορά. Ο χειμώνας ήταν δύσκολος και για τους δύο μας, στο σχολείο τα διαβάσματα πολλά, αλλά και οι πειρασμοί μου. Οι επαφές μας αραιώσαν σταδιακά μέχρι που σβήσαν. Έφταιγε και το γεγονός ότι το επόμενο καλοκαίρι θα πηγαίναν διακοπές κάπου εκεί στην Γιουγκοσλαβία, στο Μαυροβούνιο αν θυμάμαι καλά.
Μετά από μερικά χρόνια (3-4) με πήρε τηλέφωνο έτσι ξαφνικά. Μου είπε ότι στο πανεπιστήμιο είχε γνωρίσει έλληνες και θα ερχόταν ένα ΣαββατοΚύριακο φιλοξενούμενη μιας ελληνίδας συμφοιτήτριάς της.
Δεν πήγα.
Δεν ήθελα να ξέρω το τι είχε συμβεί όλα αυτά τα χρόνια που δεν είχαμε επαφή. Δεν ήθελα να δω εάν και πόσο είχε αλλάξει.
Και δεν πήγα.
Ο έρωτάς μου εκείνος ο καλοκαιρινός ποτέ δεν έσβησε όμως. Και ακόμη πιό πολλά χρόνια μετά , ίσως 10,αμέσως μετά από τον πόλεμο στην Σερβία προσπάθησα να την βρω. Το τηλέφωνο της όμως που είχα δεν ίσχυε πια. Έκανα προσπάθειες να το βρω μέσω του εκεί *ΟΤΕ* αλλά μάταια. Προσπάθησα μέσω internet αλλά και πάλι χωρίς αποτέλεσμα. Αλλά και να την έβρισκα δεν είμουν σίγουρος εάν ήθελα να την δω. Μόνο να ακούσω την φωνή της ήθελα. Κάτι που ήμουν σίγουρος ότι δεν είχε αλλάξει. Να ξέρω ότι είναι καλά μιας και ανησυχούσα με τους βομβαρδισμούς.Τίποτε παραπάνω όμως. Γιατί σ'αυτήν την ζωή δεν ήτανε γραφτό να την περάσω μαζί της. Μόνο στα τότε όνειρά μας.

18 χρόνια μετά κάπου ξεχασμένο βρίσκεται ένα χαρτί τυλιγμένο σαν μπαλίτσα. Μέσα έχει ένα μικρότερο χαρτάκι που τα γράμματά του γραμμένα με μολύβι έχουν πλέον ξεθωριάσει. Και μια ροζ τσίχλα big babol σε περιτύλιγμα που έχει πλέον πετρώσει.

Με γεύση φράουλα...



posted by Niva @ 1:41 μμ {Σημ.: Τετάρτη, Ιούνιος 08, 2005 -- Tero}

5 Comments:



At 3:40 μμ, De(e)lumina said...

ahhh... υπέροχο!

αυτές είναι σίγουρα αναμνήσεις που αξίζει να κρατάει κανείς καλά φυλαγμένες για τις μέρες που όλα φαίνονται τόσο, μα τόσο, λιγότερο μαγικά.


At 5:23 μμ, Lao said...

Κοιτά να δεις φίλε μου..
Ενώ δεν θα με τοποθετούσα στην κατηγορία των ρομαντικών, εντούτοις με έκανες να ανατριχιάσω – με την καλή έννοια- διαβάζοντας το γραπτό σου.
Τι να πω? Με εκπλήσσεις! Ένα εντελώς ανεπιτήδευτο κείμενο, με λόγο απλό, και παρ’όλ’ αυτά καταφέρνει να γεννά (τουλάχιστον σε μένα) τόση ποικοιλομορφία συναισθημάτων.
Ίσως τελικά εκεί να εδράζεται η μαγεία: στην απλότητα


At 12:27 μμ, Estarian said...

Εντάξει οκ, υποκλίνομαι! Κάτι τέτοια διαβάζω και αρνούμαι να γράψω σοβαρά στο δικό μου blog.Αφού με κομπλάρετε ρε! :)
Πάντως,έπρεπε να πας να την δείς!Εγώ θα έτρεχα πανικόβλητος να την δω. Εχω παρόμοια ιστορία και οταν κατέβηκε Ελλάδα, έγινα μπουχός και την βρήκα...


At 1:02 μμ, Niva said...

Δεν ξέρω , πιστεύω ότι μερικά πράγματα πρέπει να παίρνουν ένα τέλος πριν χάσουν την μαγεία τους.Αν την έβρισκα , προφανώς θα περνούσαμε *νύχτες πάθους* σαν πιο *μεγάλοι και κατασταλαγμένοι* και εκ των πραγμάτων θα είχε περάσει στο *πάνθεον* των ερωτικών κατακτήσεων, αλλά από την άλλη, η απορία που τελικά σου μένει του *τι θα γινόταν αν* είναι αυτή που σου προκαλεί την γλυκιά νοσταλγία και την τρυφερή αθώα και ρομαντική ανάμνηση.
Τελικά που και που ο Έρωτας πρέπει να πετά κάπου εκεί πάνω με άσπρα τα φτερά του πάνω από την νυχτερινή παραλία και να παραμένει όνειρο καλοκαιρινής νυκτός από το να κυλιέται σε ιδρωμένα κρεβάτια σε ένα *διαράκι* κλουβί μέσα στην πόλη...


At 4:16 πμ, Τυπος Νυχτερινος said...

Αχ, βρε niva... άχ... πόσο δίκιο έχεις... Δεν είναι πάντα καλό ν' αγγίζουμε τα όνειρα. Συνήθως είναι εύθραυστα σα τα φτερά της πεταλούδας κι απατηλά σαν την καλοκαιρινή άμμο που γλιστρά ανάμεσα στα δάχτυλά μας.
Να ήξερες πόσα μου θύμισες και που με ταξίδεψες.
Να σαι καλά.



{Δια του λόγου το αληθές...{1, 2}}